Μια πνιγηρή ατμόσφαιρα ανελευθερίας στον χώρο της δημοσιογραφίας έχει καταφέρει να επιβάλει στο μεγαλύτερο μέρος του μιντιακού συστήματος η κυβέρνηση Μητσοτάκη, συστηματικά και επίμονα, εδώ και ενάμιση χρόνο.
Με ωμές παρεμβάσεις στη λειτουργία των μέσων και στη δημοσιογραφική εργασία, την ίδια ώρα που οι ιδιοκτήτες λαμβάνουν φιλοδωρήματα με ζεστό κρατικό χρήμα και εξαιρετικά προνόμια εν μέσω πανδημίας ως αντάλλαγμα για τη στήριξη τους στην κυβέρνηση, η «γραμμή» επιβάλλεται στα ΜΜΕ.
Όχι παντού. Εκεί που την παίρνει. Εκεί που γίνεται «νταραβέρι» -στους δικούς της, που είναι και οι περισσότεροι. Σε εκείνες τις επιχειρήσεις που ευνοήθηκαν περισσότερο από τα εκατομμύρια της «λίστας Πέτσα». Οι παρεμβάσεις και οι απομακρύνσεις έχουν τιμωρητικό χαρακτήρα και στόχο τον εκφοβισμό και τον παραδειγματισμό και ένα μάθημα προς όλους: είμαστε όλοι αναλώσιμοι.
Ο ασφυκτικός κλοιός ελέγχου στην ειδησεογραφία, η στυγνή λογοκρισία, συνοδεύεται ταυτόχρονα και από μια αθέατη, υπόγεια αυτολογοκρισία, που γίνεται η ρουτίνα των δημοσιογράφων. Οι παρεμβάσεις στα ΜΜΕ είναι συνεχείς:
* Μέσα σε τρεις μέρες η Άλτερ Έγκο του Βαγγέλη Μαρινάκη εκλήθη να «καθαρίσει» δύο από τις παλαιότερες δημοσιογράφους, άγνωστο με ποιο αντάλλαγμα. Μετά την ωμή λογοκρισία στην αρθρογράφο Έλενα Ακρίτα από Τα Νέα, που είχε αποτέλεσμα την παραίτησή της, η διευθύντρια σύνταξης της εφημερίδας Το Βήμα Δήμητρα Κρουστάλλη εξωθείται επίσης σε παραίτηση και καταγγέλλει ««ασφυκτική πίεση από το Μέγαρο Μαξίμου». Είναι η ίδια που προ δεκαπενθημέρου είχε υπογράψει στο Βήμα το ρεπορτάζ για το παράλληλο σύστημα καταγραφής κρουσμάτων από τον ΕΟΔΔΥ, το οποίο είχε προκαλέσει έντονη δυσαρέσκεια στο Μαξίμου.
* Ο Γιώργος Τράγκας κατήγγειλε επίσης την κυβέρνηση στο παρελθόν για την απομάκρυνσή του από τον ραδιοσταθμό Real FM. Ενωρίτερα είχε ακυρωθεί η επιστροφή του Γιάννη Μιχελάκη στη διεύθυνση ειδήσεων του ΑΝΤ1, παρότι θεωρείτο βέβαιη.
* Ο Ευάγγελος Αντώναρος κατήγγειλε σειρά απομακρύνσεων δημοσιογράφων που κάλυπταν το ρεπορτάζ κυβέρνησης – Νέας Δημοκρατίας και αντικατάστασή τους με άλλους, «καταλληλότερους», με παρέμβαση Μαξίμου.
* Ο Κώστας Βαξεβάνης έχει καταγγείλει ότι το Documento δεν έχει αποκλειστεί μόνο από τη «λίστα Πέτσα» αλλά ακόμη και από διαφημιστική δαπάνη του ιδιωτικού τομέα, με παρεμβάσεις Μαξίμου.
* Στην ΕΡΤ μέσα σε ενάμιση χρόνο έχουν σαρώσει το σύμπαν: όλα τα υψηλά και μεσαία στελέχη έχουν αντικατασταθεί από γαλάζια παιδιά, κυρίως με νέες συμβάσεις. Οι προηγούμενοι είτε έχουν τοποθετηθεί στο «ψυγείο» είτε έχουν μεταφερθεί σε θέσεις χαμηλότερης προβολής και περιορισμένης ευθύνης. Από τους πιο αναγνωρίσιμους να σημειώσουμε την απουσία του Κώστα Αργυρού και του Γιώργου Αυγερόπουλου και το κόψιμο της εκπομπής του Πάνου Χαρίτου.
Και εάν η λογοκρισία, οι πιέσεις και οι απομακρύνσεις είναι η κορυφή του παγόβουνου, οι περιπτώσεις που γνωρίζουν δημοσιότητα, η αυτολογοκρισία είναι η υπόγεια καθημερινότητά της. «Άνθρωποι που δεν μιλάνε ενώ έχουν να πουν, επειδή φοβούνται το αφεντικό τους, την απόλυση και κάθε λογής αυθεντία. Αυτολογοκρισία είναι ο κόφτης που βάζουμε στον εαυτό μας, αυτά που δεν λέμε, υπό τον φόβο των επιπτώσεων» εξηγεί στην ΑΥΓΗ ο καθηγητής Δημήτρης Χριστόπουλος.
«Το πρόβλημα είναι τα no news, όχι τα news. Η αυτολογοκρισία είναι η πιο συχνή μορφή εξουσίας και η πιο εκτεταμένη στις δημοκρατίες. Είναι η πιο δραστική, καθώς επηρεάζει τη συμπεριφορά και παραμένει αθέατη» συμπληρώνει. Όσο για τις επιπτώσεις της αυτολογοκρισίας; «Είναι η συρρίκνωση του χώρου έκφρασης των ιδεών και της πληροφορίας χωρίς αυτό να φαίνεται, γι’ αυτό είναι ολοκληρωτικό κι οδυνηρό» απαντάει ο καθηγητής. Όσο για τα τελευταία κρούσματα ευθείας παρέμβασης, πιστεύει ότι τέτοιου είδους παρεμβάσεις δείχνουν ανασφάλεια και όχι αυτοπεποίθηση.
Οι συνθήκες ανελευθερίας, καθολικής «γραμμής» και απόλυτης μονομέρειας ιδίως στις τηλεοράσεις, αλλά και στη μεγαλύτερη μερίδα του Τύπου, έχουν δημιουργήσει ένα «δυστοπικό» περιβάλλον εργασίας για τους δημοσιογράφους, που απαντάται σε αυταρχικά και μη δημοκρατικά καθεστώτα. Στα «σκληρά» συγκροτήματα η παραμικρή απόκλιση από τη «γραμμή» μπορεί να είναι μοιραία και να οδηγήσει σε απόλυση. Πώς είναι να δουλεύεις σε ένα τέτοιο, «σκληρό» περιβάλλον, όντας αριστερός;
«Εμείς εδώ ξαναγράφουμε την πολιτική ιστορία της χώρας» μας λέει σκωπτικά στέλεχος καναλιού, που ξέρει ότι είναι καταδικασμένο να μην πάρει ποτέ θέση ευθύνης, αρχισυντάκτη ή διευθυντή, λόγω πολιτικών φρονημάτων. «Εμάς μας κρατάνε εδώ γιατί τους βγάζουμε δουλειά και με χαμηλούς μισθούς. Όπως και οι δηλωμένοι ΚΚΕδες, καλή δουλειά και φθηνά».
Όσο για την ατζέντα, «πραγματικά δεν ξέρω αν τη ‘γραμμή’ τη διαμορφώνουν τα μέσα και την παίρνει η κυβέρνηση ή αν τη φτιάχνει η κυβέρνηση και την παίρνουν τα μέσα» μας λέει. «Υπάρχουν τρεις κατηγορίες δημοσιογράφων: τα “πιστόλια”, που κατεβάζουν τη γραμμή της κυβέρνησης για όλα τα θέματα, οι “συμβιβασμένοι”, που παίρνουν έναν ικανοποιητικό μισθό και προσπαθούν να κρατήσουν κάποιες ισορροπίες, και οι “αδιάφοροι”, μεσαία και κατώτερα στελέχη, που τρέχουν τη γραμμή του μαγαζιού».
Σε σχέση με παλιά; «Παλαιότερα τα κανάλια προσπαθούσαν να κρατήσουν ισορροπίες. Πριν από την οικονομική κρίση όσοι διαφωνούσαν έφευγαν και έβρισκαν δουλειά αλλού. Σήμερα έχουμε φτάσει πολιτικοί συντάκτες να πηγαίνουν το κείμενό τους στον διευθυντή να το εγκρίνει».
«Δεν παρεμβαίνουν στα κείμενά μου, όμως άλλα λέει το κείμενο, άλλα λέει ο τίτλος» λέει με χιούμορ στην ΑΥΓΗ συντάκτης μεγάλης ειδησεογραφικής ιστοσελίδας. Και εξηγεί: «Στο πολιτικό – οικονομικό δεν περνάει τίποτα χωρίς την αυστηρή ματιά του αρχισυντάκτη και γίνεται αυστηρή επιλογή ‘τι μας ενδιαφέρει’ και τι όχι. Ορισμένα θέματα δεν γράφονται καθόλου. Όμως, από ένα σημείο και μετά όλα μπαίνουν στον αυτόματο πιλότο, γνωριζόμαστε. Για παράδειγμα δεν μου ζητούν να γράψω κάτι οριακό, κάτι υβριστικό. Αυτό το γράφουν μόνοι τους. Ξέρουν ότι αυτή είναι η κόκκινη γραμμή μου, δεν με κοντράρουν».
Όμως σε όλο αυτό υπάρχει ένα όριο, ένα ταβάνι. Πώς γίνεται η διαχείριση; «Εγώ προσπαθώ να κινηθώ και σε πεδία που μου δίνουν μεγαλύτερη άνεση, έξω από την καθημερινή πολιτική αντιπαράθεση, να βρω διέξοδο με αυτό τον τρόπο» μας λέει. Και συμπληρώνει ότι το κλίμα μέσα στο newsroom μεταξύ των δημοσιογράφων είναι εξαιρετικό: «Τι νομίζεις, στα σάιτ δουλεύουνε στην πλειονότητά τους παιδιά 20 και 30 χρόνων, οι περισσότεροι δεν έχουν κάνει δημοσιογραφία, δεν ενδιαφέρονται καν για τα κοινά, δεν έχουν την κουλτούρα της εφημερίδας, του ρεπορτάζ, όπως παλιά. Κάνουν όλη μέρα copy – paste, παίρνουν 800 ευρώ και τη βγάζουνε. Οι παρεμβάσεις τούς φαίνονται σαν κάτι φυσιολογικό».
Μεγαλύτερα περιθώρια αφήνει η ιστοσελίδα CNN Greece, η οποία φροντίζει να κρατάει τις ισορροπίες μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης και αφήνει περιθώρια να τηρείται η δημοσιογραφική δεοντολογία. Ο Γιάννης Αλμπάνης, πολιτικός συντάκτης, εργάζεται στο cnn.gr τα τελευταία χρόνια. Μας περιγράφει πώς τοποθετείται απέναντι στο επάγγελμα:
«Η αρχή μου είναι να μην γράφω ανακρίβειες και ψέματα και να αποφεύγω τα παραπολιτικά. Αυτές είναι οι κόκκινες γραμμές μου, η αλήθεια, και όχι φθηνά και εύκολα πράγματα. Η άποψή μου ωστόσο τοποθετείται πιο αριστερά, είναι πιο ριζοσπαστική από το μέσο όπου δουλεύω, και όχι μόνο πολιτικά, αλλά και σε κοινωνικά ζητήματα, όπως το προσφυγικό, η καταστολή κ.λπ.».
Και πώς συνδυάζεται η ιδεολογία με τη δημοσιογραφία; «Κάνω δουλειά, όχι πολιτική παρέμβαση. Εγώ δεν θεωρώ ότι οι δημοσιογράφοι κάνουμε ‘λειτούργημα’, δεν νομίζω ότι προσφέρουμε παραπάνω στην κοινωνία απ’ ό,τι άλλοι επαγγελματίες. Μπορούμε όμως να είμαστε χρήσιμοι. Αγώνες για επαγγελματική αξιοπρέπεια έχουν δώσει και δίνουν και άλλοι εργαζόμενοι, π.χ. από τον χώρο της Υγείας, στον ιδιωτικό τομέα κ.ά. Το θέμα είναι να καταφέρεις να συνδυάσεις: να κάνεις κάτι που μπορείς να το υπερασπιστείς στον κοινωνικό σου περίγυρο και στον δημόσιο χώρο και συγχρόνως αυτό να γίνει αποδεκτό και από το μέσο όπου δουλεύεις».
Πρακτικά όμως πώς γίνεται αυτό; Εσύ κάνεις πολιτικό ρεπορτάζ, καλύπτεις ΣΥΡΙΖΑ. «Ναι, παραθέτω τις απόψεις του ΣΥΡΙΖΑ ή της Ν.Δ. χωρίς χρωματισμό, αποφεύγοντας να εκφράζω πολιτική άποψη. Με τον τρόπο αυτόν διατηρώ και την ισορροπία του μέσου και την πολιτική ισορροπία, ενώ ο αναγνώστης πληροφορείται με ακρίβεια για την τοποθέτηση των κομμάτων. Η πληροφορία και η γνώμη πρέπει να είναι σαφώς διαχωρισμένα, πιστεύω».
Και συμπληρώνει: «Η βασική κρίση στα ΜΜΕ, ιδίως μετά τη λίστα Πέτσα, εμφανίζεται με την απόκρυψη γεγονότων ή με τη διαστρέβλωση σε σημείο που το κοινό να μην έχει εικόνα τι έχει συμβεί. Όπως π.χ. με τη φωτογραφία στην Πάρνηθα. Όμως οι δημοσιογράφοι πρέπει να έχουμε εμπιστοσύνη στην κρίση των ανθρώπων όταν τους παραθέτουμε τα γεγονότα με εντιμότητα. Δεν χρειάζεται να τους υποβάλλουμε τι πρέπει να σκεφτούν».